Ό,τι έφυγε, ριζώνει εδώ, στην ίδια θέση, λυπημένο, αμίλητο όπως ένα μεγάλο βάζο του σπιτιού, που πουλήθηκε κάποτε σε δύσκολες ώρες, και στη γωνία της κάμαρας, εκεί που στέκονταν το βάζο, απομένει το κενό πυκνωμένο στο ίδιο σχήμα του βάζου, αμετάθετο, ν' αστράφτει διάφανο στην αντηλιά, όταν ανοίγουν πότε πότε τα παράθυρα, και μέσα στο ίδιο βάζο, που 'χει αλλάξει την ουσία του με ίδια κι ισόποσην ουσία απ' το κρύσταλλο τού άδειου, μένει και πάλι το ίδιο εκείνο κούφωμα, λίγο πιο οδυνηρά ηχητικό μονάχα.